Ασύστολος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ασύστολος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бязлітасны, бязьлітасны, няўмольны, бязлітасным
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύστολος
ασύστολοσ συνώνυμο, ασύστολος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ασύστολος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ασύρματο στα λευκορωσικά - бесправадной, Бесправадны, бесправоднай
- ασύστολα στα λευκορωσικά - бессаромна, сораму
- ατάραχος στα λευκορωσικά - спакойны, абыякавы, непарушны, хто абыякава, абыякава
- ατάσθαλος στα λευκορωσικά - нераўнамернасць, нераўнамернасьць
Τυχαίες λέξεις
Ασύστολος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бязлітасны, бязьлітасны, няўмольны, бязлітасным
Μεταφράσεις: бязлітасны, бязьлітасны, няўмольны, бязлітасным