Αχνίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αχνίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шыпенне, сыканне, засіпела, пыхканне, сіпенне
Αχνίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχνίζω

αχνίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αχνίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αχλάδι στα λευκορωσικά - груша, грушы
  • αχλή στα λευκορωσικά - туман, смуга, без асадкаў, асадкаў, дымка
  • αχρείος στα λευκορωσικά - нягоднік, негодяй, паскуднік, мярзотнік
  • αχρηστεύω στα λευκορωσικά - выводзіць
Τυχαίες λέξεις
Αχνίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шыпенне, сыканне, засіпела, пыхканне, сіпенне