Βλέψη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βλέψη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
імкненне, імкненьне
Βλέψη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βλέψη

βλέψη συνώνυμο, βλέψη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βλέψη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βλέμμα στα λευκορωσικά - чакаць, глядзець
  • βλέπω στα λευκορωσικά - глядзець, бачыць, гадзiньнiк, ўбачыць
  • βλήμα στα λευκορωσικά - снарад
  • βλαβερός στα λευκορωσικά - шкодны, вредный, шкодная, шкодныя, шкодную
Τυχαίες λέξεις
Βλέψη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: імкненне, імкненьне