Βλέψη στα ισλανδικά

Μετάφραση: βλέψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stefna, beina, vænting, markmið, ásvelging, ásvelgingar, vegna ásvelgingar
Βλέψη στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βλέψη

βλέψη συνώνυμο, βλέψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βλέψη στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • βλέμμα στα ισλανδικά - horfa, útlit, svipur, leita, líta, að líta
  • βλέπω στα ισλανδικά - gæta, sjá, skoða, að sjá, séð, sérð
  • βλήμα στα ισλανδικά - projectile
  • βλαβερός στα ισλανδικά - særandi
Τυχαίες λέξεις
Βλέψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stefna, beina, vænting, markmið, ásvelging, ásvelgingar, vegna ásvelgingar