Ενθαρρύνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ενθαρρύνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
заахвочваць, падтрымліваць
Ενθαρρύνω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθαρρύνω

ενθαρρύνω αντιθετο, ενθαρρύνω αντωνυμο, ενθαρρύνω παρατατικοσ, ενθαρρύνω χρονοι, ενθαρρύνω στα αγγλικα, ενθαρρύνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ενθαρρύνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ενημέρωση στα λευκορωσικά - абнаўленне
  • ενθάρρυνση στα λευκορωσικά - заахвочванне, заахвочваньне, падтрымка
  • ενθουσιασμένος στα λευκορωσικά - узбуджаны, ўзбуджаны, узрушана, узрушаны
  • ενθουσιασμός στα λευκορωσικά - энтузіязм, запал, цікавасць
Τυχαίες λέξεις
Ενθαρρύνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: заахвочваць, падтрымліваць