Επιπλέω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επιπλέω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
плаваць, паплавок, поплавок, паплаўку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιπλέω
επιπλέω στα αγγλικά, επιπλέω αρχαια, επιπλέω κλιση, επιπλέω λεξικο, επιπλέω αγγλικα, επιπλέω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επιπλέω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- επινοώ στα λευκορωσικά - манета, монета
- επιπλέον στα λευκορωσικά - дадатковы, дадатковая, дадатковую
- επιπλήττω στα λευκορωσικά - ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
- επιπλοκή στα λευκορωσικά - ўскладненне, ускладненне
Τυχαίες λέξεις
Επιπλέω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: плаваць, паплавок, поплавок, паплаўку
Μεταφράσεις: плаваць, паплавок, поплавок, паплаўку