Επιπλέω στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιπλέω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плисти, пускати, міхур, плити, пузирчик, плинути, поплавок, поплавець
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιπλέω
επιπλέω στα αγγλικά, επιπλέω αρχαια, επιπλέω κλιση, επιπλέω λεξικο, επιπλέω αγγλικα, επιπλέω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιπλέω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επινοώ στα ουκρανικά - вигадувати, винаходити, винайти, заповіт, монета, монету, монети
- επιπλέον στα ουκρανικά - додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового
- επιπλήττω στα ουκρανικά - б'ючись, відновлений, покарати, бити, б'ючи, виправляти, гудити, ...
- επιπλοκή στα ουκρανικά - складнощі, заплутаність, складність, ускладнення
Τυχαίες λέξεις
Επιπλέω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: плисти, пускати, міхур, плити, пузирчик, плинути, поплавок, поплавець
Μεταφράσεις: плисти, пускати, міхур, плити, пузирчик, плинути, поплавок, поплавець