Καπατσοσύνη στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καπατσοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кемлівасць, вынаходніцтва, вынаходлівасць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπατσοσύνη
καπατσοσύνη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καπατσοσύνη στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καπέλο στα λευκορωσικά - капялюш, шляпа, шапка
- καπαρώνω στα λευκορωσικά - кнiга, заручыцца, заручацца
- καπετάνιος στα λευκορωσικά - капітан
- καπιταλισμός στα λευκορωσικά - капіталізм, капіталізму
Τυχαίες λέξεις
Καπατσοσύνη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кемлівасць, вынаходніцтва, вынаходлівасць
Μεταφράσεις: кемлівасць, вынаходніцтва, вынаходлівасць