Κατακλύζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κατακλύζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
душыць, падаўляць, прыгнятаць
Κατακλύζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατακλύζω

κατακλύζω σημασια, κατακλύζω αοριστος, κατακλύζω συνωνυμα, κατακλύζω λεξικο, κατακλύζω ετυμολογια, κατακλύζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατακλύζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κατακλυσμός στα λευκορωσικά - катаклізм, катаклізмаў, катаклізмы
  • κατακλύζομαι στα λευκορωσικά - патоп, потоп
  • κατακρίνω στα λευκορωσικά - ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
  • κατακρατώ στα λευκορωσικά - страва, гадаваць, спажытак, харчы, харч, спажыва, харчаванне, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατακλύζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: душыць, падаўляць, прыгнятаць