Καταπέλτης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καταπέλτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
катапульта
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπέλτης
καταπέλτης θηραμάτων, καταπέλτης συνώνυμο, καταπέλτης συστροφής, καταπέλτης βικιπαιδεια, καταπέλτης θηραμάτων τηλεχειριζόμενος, καταπέλτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καταπέλτης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατανοώ στα λευκορωσικά - бачыць, чуць, зразумець
- κατανόηση στα λευκορωσικά - разуменне, разуменьне
- καταπίεση στα λευκορωσικά - прыгнёт, прыгнечанне, прыгнечаньне, пра нашыя
- καταπίνω στα λευκορωσικά - ластаука, глынаць, глытаць, глытаў
Τυχαίες λέξεις
Καταπέλτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: катапульта
Μεταφράσεις: катапульта