Καταπέλτης στα ουκρανικά
Μετάφραση: καταπέλτης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рогатка, катапульта
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπέλτης
καταπέλτης θηραμάτων, καταπέλτης συνώνυμο, καταπέλτης συστροφής, καταπέλτης βικιπαιδεια, καταπέλτης θηραμάτων τηλεχειριζόμενος, καταπέλτης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καταπέλτης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατανοώ στα ουκρανικά - розрізнювати, оцінювати, дізнатися, догадуватися, цінувати, розуміти, розрізняти, ...
- κατανόηση στα ουκρανικά - який, угода, розуміння, включення, поки-що, тяму, розуміючий, ...
- καταπίεση στα ουκρανικά - гне, гноблення, пригнічення, пригнічування, гніт, пригноблення, придушення
- καταπίνω στα ουκρανικά - ковтати, ковтання, пелька, проковтувати, ковтнути, глотка, ковток, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταπέλτης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рогатка, катапульта
Μεταφράσεις: рогатка, катапульта