Κουρελιασμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κουρελιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абарваны, абадраны, абшарпаны, падзёрты
Κουρελιασμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρελιασμένος

κουρελιασμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κουρελιασμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κουραφέξαλα στα λευκορωσικά - арэшкі, арэхі
  • κουρδίζω στα λευκορωσικά - вецер, наладзіць, настроіць
  • κουρεύω στα λευκορωσικά - жнива, абцугi, шэрсць, воўну, поўсць, воўна, шерсть
  • κουρκούτι στα λευκορωσικά - кашыца, каша, кашка
Τυχαίες λέξεις
Κουρελιασμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абарваны, абадраны, абшарпаны, падзёрты