Πτοώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πτοώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выклікаць, ўнушаць, пераконваць, унушаць, сеяць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πτοώ
πτοώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πτοώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πτηνό στα λευκορωσικά - курица, птушка
- πτητικός στα λευκορωσικά - лятучы
- πτυχή στα λευκορωσικά - зачыняць, агароджа, зморшчына, складка, маршчынка, маршчына
- πτυχίο στα λευκορωσικά - ступень
Τυχαίες λέξεις
Πτοώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выклікаць, ўнушаць, пераконваць, унушаць, сеяць
Μεταφράσεις: выклікаць, ўнушаць, пераконваць, унушаць, сеяць