Στήνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στήνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
машына, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στήνω
στήνω στα αγγλικά, στήνω αυτί, στήνω αγγλικα, στήνω παγίδα, στήνω συνώνυμα, στήνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στήνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στήθος στα λευκορωσικά - грудзi, грудзі
- στήλη στα λευκορωσικά - калонка, калёнка, колонка
- στήριγμα στα λευκορωσικά - харчаванне, харчы, пажытак, спажыва, страва, харч, ежа, ...
- στίγμα στα λευκορωσικά - стыгма
Τυχαίες λέξεις
Στήνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: машына, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці
Μεταφράσεις: машына, ўзвесці, узвесці, пабудаваць, збудаваць, абвясьці