Στήνω στα τούρκικα
Μετάφραση: στήνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dik, dikmek, dimdik, erect, kurmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στήνω
στήνω στα αγγλικά, στήνω αυτί, στήνω αγγλικα, στήνω παγίδα, στήνω συνώνυμα, στήνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, στήνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στήθος στα τούρκικα - sandık, meme, göğüs, akciğer, toraks, gö¤üs
- στήλη στα τούρκικα - direk, sütun, kolon, sütunu, kolonu, sütununda
- στήριγμα στα τούρκικα - geçim, destek, brace, ayraç, breys, bağ
- στίγμα στα τούρκικα - ayrıntı, nokta, kusur, leke, benek, damga, tepecik, ...
Τυχαίες λέξεις
Στήνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dik, dikmek, dimdik, erect, kurmak
Μεταφράσεις: dik, dikmek, dimdik, erect, kurmak