Τρικ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τρικ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трук
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρικ
τρικ με αριθμους, τρικ για να μεινεις εγκυος, τρικ φαρσες, τρικ κριστοφερ, τρικ με τραπουλοχαρτα, τρικ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τρικ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τριζοβολώ στα λευκορωσικά - trizovolo
- τριζόνι στα λευκορωσικά - крыкет
- τρικλίζω στα λευκορωσικά - валачы, цягнуць, валачыць, валакчы, цягаць па падлозе
- τρικυμία στα λευκορωσικά - навальнiца, бура, навальніца
Τυχαίες λέξεις
Τρικ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: трук
Μεταφράσεις: трук