Τρικ στα ουκρανικά

Μετάφραση: τρικ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фокус, слабий, хитрість, хитрощі, слабкий, омана, трюк
Τρικ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρικ

τρικ με αριθμους, τρικ για να μεινεις εγκυος, τρικ φαρσες, τρικ κριστοφερ, τρικ με τραπουλοχαρτα, τρικ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τρικ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τριζοβολώ στα ουκρανικά - потріскування, trizovolo
  • τριζόνι στα ουκρανικά - крикет, крокують
  • τρικλίζω στα ουκρανικά - спотикатися, спотикання, хитання, спотикнутися, помилятися, волочити, волокти, ...
  • τρικυμία στα ουκρανικά - штурм, буря, штурмувати, бурячи, бушувати, бура, громовиця, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρικ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фокус, слабий, хитрість, хитрощі, слабкий, омана, трюк