Τσάπα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τσάπα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рыдлёука, лапата, матыка, матык
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσάπα
τσάπα τιμη, αμπελουργική τσάπα, βάσω τσάπα, μύρνα τσάπα, τσάπα jcb, τσάπα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τσάπα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τσάμπα στα λευκορωσικά - бясплатна
- τσάντα στα λευκορωσικά - мяшок, мех
- τσέλο στα λευκορωσικά - віяланчэль, віялянчэль
- τσέπη στα λευκορωσικά - кишэня, кішэню, кішэнь, кішэні, кішэня
Τυχαίες λέξεις
Τσάπα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рыдлёука, лапата, матыка, матык
Μεταφράσεις: рыдлёука, лапата, матыка, матык