Τσάπα στα ουκρανικά
Μετάφραση: τσάπα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мотика, сапа, мотига
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσάπα
τσάπα τιμη, αμπελουργική τσάπα, βάσω τσάπα, μύρνα τσάπα, τσάπα jcb, τσάπα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τσάπα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τσάμπα στα ουκρανικά - визволяти, звільнити, звільняти, безкоштовно, бесплатно, безплатно
- τσάντα στα ουκρανικά - пустодзвін, кишеню, збити, надуватися, гаманець, мішок, мешок
- τσέλο στα ουκρανικά - віолончель, виолончель
- τσέπη στα ουκρανικά - рябий, кишеню, кишеня, кишені, карман
Τυχαίες λέξεις
Τσάπα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мотика, сапа, мотига
Μεταφράσεις: мотика, сапа, мотига