Τυφλός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: τυφλός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сьляпы, сляпой, сляпы, сьляпой, сляпое
Τυφλός στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυφλός

τυφλός άγγελος 1960, τυφλός άγγελος, τυφλός ψαράς, τυφλός ονειροκρίτης, τυφλός μαθητής λυκείου έγραψε 20 σε όλα τα μαθηματα, τυφλός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τυφλός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • τυφλά στα λευκορωσικά - сляпой, сляпы, сьляпы, сьляпой, сляпое
  • τυφλοπόντικας στα λευκορωσικά - моль
  • τυφλώνω στα λευκορωσικά - сляпой, сляпы, сьляпы, сьляпой, сляпое
  • τυφώνας στα λευκορωσικά - ўраган, ураган
Τυχαίες λέξεις
Τυφλός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сьляпы, сляпой, сляпы, сьляпой, сляпое