Ψεύτικος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ψεύτικος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ілжывы, лжывы, непраўдзівы, памылковы, няправільны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψεύτικος
ψεύτικος είναι ο ντουνιάς στίχοι, ψεύτικος είναι ο ντουνιάς, ψεύτικος άνθρωπος, ψεύτικος συναγερμός, ψεύτικος όρκος, ψεύτικος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ψεύτικος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ψεύδισμα στα λευκορωσικά - лопат, лепет, жаласныя, балбатню, мармытаньне
- ψεύδομαι στα λευκορωσικά - хлусня, хлусьня, хлусню, няпраўду, ману
- ψηλά στα λευκορωσικά - высокая, высокі
- ψηλόλιγνος στα λευκορωσικά - няскладны, нязграбны, няўклюдны, з няўклюдным, няўклюдным
Τυχαίες λέξεις
Ψεύτικος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ілжывы, лжывы, непраўдзівы, памылковы, няправільны
Μεταφράσεις: ілжывы, лжывы, непраўдзівы, памылковы, няправільны