Λέξη: ψεύτικος

Σχετικές λέξεις: ψεύτικος

ψεύτικος είναι ο ντουνιάς στίχοι, ψεύτικος είναι ο ντουνιάς, ψεύτικος άνθρωπος, ψεύτικος συναγερμός, ψεύτικος όρκος, ψεύτικος φίλος, ψεύτικος κισσός, ψεύτικοσ κόσμοσ, ψεύτικος χλοοτάπητας, ψεύτικος συνώνυμα

Συνώνυμα: ψεύτικος

ψευδής, εσφαλμένος, πλαστός, καλπικός, απατηλός, κίβδηλος

Μεταφράσεις: ψεύτικος

ψεύτικος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
false, untrue, phoney, delusive, dummy, bogus

ψεύτικος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
falso, falsa, false, falsas, falsos

ψεύτικος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
falsch, unwahr, unecht, täuschend, unaufrichtig, inkorrekt, unrichtig, falsche, falschen, falscher

ψεύτικος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hypocrite, défectueux, infidèle, fautif, simulé, fallacieux, bâtard, traître, incorrect, mensonger, erroné, menteur, faux, déloyal, postiche, supposé, fausse, false, fausses, de faux

ψεύτικος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
errato, infido, menzognero, fasullo, posticcio, sbagliato, erroneo, falso, falsa, falsi, true, finto

ψεύτικος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vão, errado, abismar-se, falso, falsa, false, falsas, falsos

ψεύτικος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vals, bedrieglijk, verkeerd, onjuist, dubbelhartig, onecht, onwaar, loos, valse, false, true

ψεύτικος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ошибочный, поддельный, несоответствующий, облыжный, недостоверный, подложный, фантомный, подставной, лживый, фальшивый, неправильный, ложный, неверный, кажущийся, искусственный, притворный, ложным, ложь, ложно, ложное

ψεύτικος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
falsk, uekte, usann, utro, false, falske, false false, falskt

ψεύτικος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
osann, falsk, falskt, false, falska, felaktiga

ψεύτικος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nurja, vale-, epätosi, kavala, valetta, petollinen, virheellinen, perätön, väärä, false, sivustossa false, vääriä

ψεύτικος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
falsk, false, falske, urigtige, forkert

ψεύτικος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lživý, nesprávný, nepravdivý, lži, chybný, nečestný, zrádný, falešně, falešný, klamný, nepravda, nepravý, fingovaný, mylný, false, nepravdivé, falešné, hodnotu false

ψεύτικος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obłudny, zdradliwy, nielojalny, fałszywy, kłamliwy, zdradziecki, mylny, niewierny, błędny, nieprawdziwy, false, fałszywe, fałszywa

ψεύτικος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csalárd, pontatlan, téves, hamis, false, a hamis, hibás

ψεύτικος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sahte, yalandan, yanlış, yalan, false, yalancı, hatalı

ψεύτικος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
віроломний, брехливий, недостовірний, зрадливий, невірний, помилковий, невідповідний, хибний, неправдивий, несправжній, фальшивий

ψεύτικος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i rremë, fals, rreme, false, të rreme

ψεύτικος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фалшив, лъжлив, неверен, невярна, фалшива

ψεύτικος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ілжывы, лжывы, непраўдзівы, памылковы, няправільны

ψεύτικος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vale, petlik, false, valeandmete, võltsitud, valede

ψεύτικος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
netočan, neispravan, pogrešan, neistinit, dvoličan, lažno, lažan, false, lažna, lažni

ψεύτικος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
falskur, ósatt, rangar, rangt, fölsku

ψεύτικος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klaidingas, apsimestinis, dirbtinis, netikras, klaidinga, klaidingą, neteisingas

ψεύτικος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nepatiess, viltots, viltus, nepatiesa, nepatiesu, false

ψεύτικος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лажни, лажна, лажно, неточно, лажен

ψεύτικος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fals, false, falsă, falsa, mincinos

ψεύτικος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
napačen, false, lažna, lažne, napačna, lažni

ψεύτικος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nesprávny, nepravdivý, lživý, falošný, falošné
Τυχαίες λέξεις