Έρπω στα λιθουανικά

Μετάφραση: έρπω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šliaužti, sėlinti, nukniaukti, niekšas, daryti pasalomis, nepastebėtas išėjimas
Έρπω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έρπω

έρπω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, έρπω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • έρημος στα λιθουανικά - dykuma, dykumos, Desert, dykumoje, desertas
  • έρμα στα λιθουανικά - balastas, balasto, balastinio, balastinis, balastu
  • έρχομαι στα λιθουανικά - ateiti, sperma, atvykti, paliko, ateis, atėjo, ateina
  • έρωτας στα λιθουανικά - mylėti, mėgti, meilė, mielas, lytis, seksualumas, patinka, ...
Τυχαίες λέξεις
Έρπω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šliaužti, sėlinti, nukniaukti, niekšas, daryti pasalomis, nepastebėtas išėjimas