Krūva στα ελληνικά
Μετάφραση: krūva, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωρός, στοιβάδα, ανάχωμα, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- krūtinė στα ελληνικά - στήθος, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
- krūtis στα ελληνικά - στήθος, βυζί, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
- krūvis στα ελληνικά - φροντίδα, κατηγορία, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
- kuklumas στα ελληνικά - ταπεινοφροσύνη, σεμνότητα, μετριοφροσύνη, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα
Τυχαίες λέξεις
Krūva στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωρός, στοιβάδα, ανάχωμα, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος
Μεταφράσεις: σωρός, στοιβάδα, ανάχωμα, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος