Αναγόρευση στα λιθουανικά
Μετάφραση: αναγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rinkimai, skyrimas, paskyrimas, nominacija, kandidatūra, Skyrimo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναγόρευση
αναγόρευση επίτιμου διδάκτορα, αναγόρευση τερζόπουλου, αναγόρευση σε διδάκτορα, αναγόρευση διδακτόρων, αναγόρευση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αναγόρευση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αναγνώστης στα λιθουανικά - skaitytojas, Reader, skaitytuvas, skaitytojui
- αναγωγή στα λιθουανικά - mažinimas, sumažinimas, sumažinti, mažinimo, sumažėjimas
- αναδάσωση στα λιθουανικά - miškų atželdinimas, miško atželdinimo, miškų atsodinimo, miško atkūrimas, atželdinimas
- αναδίνω στα λιθουανικά - iškvėpti, iškvėpkite, iškvepiame, iškvepiate, iškvėpimo
Τυχαίες λέξεις
Αναγόρευση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rinkimai, skyrimas, paskyrimas, nominacija, kandidatūra, Skyrimo
Μεταφράσεις: rinkimai, skyrimas, paskyrimas, nominacija, kandidatūra, Skyrimo