Ασβέστης στα λιθουανικά
Μετάφραση: ασβέστης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kalkės, kalkių, liepų, žaliųjų citrinų, laimų
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασβέστης
ασβέστης τιμή, ασβέστης ουρολόγος, ασβέστης αγγλικά, ασβέστης στα δέντρα, ασβέστης για γλυκά, ασβέστης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασβέστης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ασανσέρ στα λιθουανικά - liftas, sklaidytis, lifto, restoranas, parą
- ασαφής στα λιθουανικά - neaiškus, miglotas, neaiški, neaiškūs, neapibrėžta
- ασβός στα λιθουανικά - barsukas, barsukų, badger, barsuko, aptinkamas barsukas
- ασελγής στα λιθουανικά - gašlus, Zmysłowy, Baudkārs, Lubieżny
Τυχαίες λέξεις
Ασβέστης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kalkės, kalkių, liepų, žaliųjų citrinų, laimų
Μεταφράσεις: kalkės, kalkių, liepų, žaliųjų citrinų, laimų