Αψιμαχία στα λιθουανικά
Μετάφραση: αψιμαχία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
susigrumti, susiginčyti, susišaudymas, kariauti nedidelėmis grupėmis, susiginčijimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αψιμαχία
αψιμαχία λεξικό, αψιμαχία συνώνυμο, αψιμαχία ετυμολογία, αψιμαχία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αψιμαχία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αψίκορος στα λιθουανικά - apsikoros
- αψηφώ στα λιθουανικά - paniekinti, paniekinimas, įžeidimas, užgauli pastaba, ignoravimas
- αϋπνία στα λιθουανικά - nemiga, nemigos, nemigą, insomnija
- αόρατος στα λιθουανικά - nematomas, nematoma, nematomi, nematomos, nepastebimas
Τυχαίες λέξεις
Αψιμαχία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: susigrumti, susiginčyti, susišaudymas, kariauti nedidelėmis grupėmis, susiginčijimas
Μεταφράσεις: susigrumti, susiginčyti, susišaudymas, kariauti nedidelėmis grupėmis, susiginčijimas