Αψιμαχία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αψιμαχία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escaramuça, skirmish, conflito, batalha, confronto
Αψιμαχία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αψιμαχία

αψιμαχία λεξικό, αψιμαχία συνώνυμο, αψιμαχία ετυμολογία, αψιμαχία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αψιμαχία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αψίκορος στα πορτογαλικά - apsikoros
  • αψηφώ στα πορτογαλικά - descongelar, desafiar, arrebitado, afronta, desprezo, snub, esnobar
  • αϋπνία στα πορτογαλικά - vigília, insistir, insônia, insónia, a insônia, insomnia, a insónia
  • αόρατος στα πορτογαλικά - invisível, invisíveis
Τυχαίες λέξεις
Αψιμαχία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: escaramuça, skirmish, conflito, batalha, confronto