Γερός στα λιθουανικά
Μετάφραση: γερός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
senyvas, senas, amžiaus, m, seną, moters
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερός
γέρος της δημοκρατίας, γέρος ονειροκριτης, γέρος συνώνυμα, γέρος του μοριά ταβέρνα, γέρος του βουνού, γερός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γερός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γέρικος στα λιθουανικά - senas, senyvas, gerikos
- γέρνω στα λιθουανικά - ginčas, nuolydis, posūkis, linkis, šlaitas, nuožulnumas, polemika, ...
- γέφυρα στα λιθουανικά - tiltas, Bridge, tilto, tiltų, tiltu
- γήινος στα λιθουανικά - žemiškas, žemiška, žemės, žemiškasis, žemiškoji
Τυχαίες λέξεις
Γερός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: senyvas, senas, amžiaus, m, seną, moters
Μεταφράσεις: senyvas, senas, amžiaus, m, seną, moters