Γερός στα σουηδικά
Μετάφραση: γερός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gammal, gamla, gammalt, gammala
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερός
γέρος της δημοκρατίας, γέρος ονειροκριτης, γέρος συνώνυμα, γέρος του μοριά ταβέρνα, γέρος του βουνού, γερός λεξικό γλώσσας σουηδικά, γερός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- γέρικος στα σουηδικά - gammal, gerikos
- γέρνω στα σουηδικά - stigning, vika, kröka, slutta, krök, mager, kurva, ...
- γέφυρα στα σουηδικά - bro, bron, bryggan, brygga
- γήινος στα σουηδικά - jordisk, jordiska, jordiskt, på jorden, jorde
Τυχαίες λέξεις
Γερός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gammal, gamla, gammalt, gammala
Μεταφράσεις: gammal, gamla, gammalt, gammala