Γρονθοκοπώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: γρονθοκοπώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vilktis, liumpinti, smarkiai smogti, plušėti, atkakliai dirbti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρονθοκοπώ
γρονθοκοπώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γρονθοκοπώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γρηγοράδα στα λιθουανικά - vikrumas, vykdymo eigos greitumas, Greitis, eigos greitumas, eiklumas
- γροθιά στα λιθουανικά - kumštis, kumštį, kumščiu, kumščio, fist
- γρυλλίζω στα λιθουανικά - kriuksėti, Chrząkać, kriuksėjimas, kriokti, niurnėjimas
- γρύζω στα λιθουανικά - gryzo
Τυχαίες λέξεις
Γρονθοκοπώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vilktis, liumpinti, smarkiai smogti, plušėti, atkakliai dirbti
Μεταφράσεις: vilktis, liumpinti, smarkiai smogti, plušėti, atkakliai dirbti