Δελεάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: δελεάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
saldžiažodžiavimas, meilikavimas, Glaimot, Lišķēšana, Lišķēt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δελεάζω
δελεάζω συνώνυμο, δελεάζω translate, δελεάζω αγγλικά, δελεάζω συνώνυμα, δελεάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δελεάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δεκατέσσερα στα λιθουανικά - keturiolika, keturiolikos, keturiolikoje, keturiolikai, per keturiolika
- δεκτός στα λιθουανικά - Priimamos, Priimta, Priimta redkolegijos, Priimtas
- δελεαστικός στα λιθουανικά - viliojantis, masinantis, Przyciągający, patrauklus, viliojanti
- δελτίο στα λιθουανικά - anketa, rūšis, sudaryti, klasė, blankas, biuletenis, biuletenį, ...
Τυχαίες λέξεις
Δελεάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: saldžiažodžiavimas, meilikavimas, Glaimot, Lišķēšana, Lišķēt
Μεταφράσεις: saldžiažodžiavimas, meilikavimas, Glaimot, Lišķēšana, Lišķēt