Δυσκίνητος στα λιθουανικά

Μετάφραση: δυσκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gremėzdiškas, griozdiškas, sudėtinga, sudėtingos, sudėtingi
Δυσκίνητος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσκίνητος

δυσκίνητος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δυσκίνητος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δυσαρεστώ στα λιθουανικά - nepatikti, nepatinka, Būti nemalonus, erzinti
  • δυσεπίλυτος στα λιθουανικά - sunkiai suvaldomas, nesukalbamas, nenusileidžiantis, neįveikiama, sunkiai išsprendžiama
  • δυσκαμψία στα λιθουανικά - nelankstumas, nelankstumo, nelanksčių, nekintančios, nelankstumą
  • δυσκολία στα λιθουανικά - sunkumas, kliūtis, Sunkumo, Sunkumo lygis, sunku, sunkumų
Τυχαίες λέξεις
Δυσκίνητος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gremėzdiškas, griozdiškas, sudėtinga, sudėtingos, sudėtingi