Εκπλήσσω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκπλήσσω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
staigmena, siurprizas, nustebinti, netikėtumas, nuostaba
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπλήσσω
ρήμα εκπλήσσω, να εκπλήσσω, εκπλήσσω συνωνυμα, με εκπλήσσω, εκπλήσσω μετάφραση, εκπλήσσω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκπλήσσω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκπαιδεύω στα λιθουανικά - traukinys, mokyti, dresiruoti, auklėti, šviesti, ugdyti, lavinti
- εκπαρθένευση στα λιθουανικά - ekparthenefsi
- εκπληκτικά στα λιθουανικά - nuostabiai, stebėtinai, apsistosite ilgesniam, Nenuostabu, nustebinančiame
- εκπληκτικός στα λιθουανικά - stebinantis, stebina, nenuostabu, nestebina
Τυχαίες λέξεις
Εκπλήσσω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: staigmena, siurprizas, nustebinti, netikėtumas, nuostaba
Μεταφράσεις: staigmena, siurprizas, nustebinti, netikėtumas, nuostaba