Εντοπίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εντοπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vieta, dėmė, įsikurti, rasti, surasti, suraskite, raskite
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντοπίζω
εντοπίζω συνώνυμα, εντοπίζω english, εντοπίζω συνώνυμο, εντοπίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εντοπίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εντομοκτόνο στα λιθουανικά - insekticidas, dezinsekcija, insekticidais
- εντομοφάγος στα λιθουανικά - vabzdžiaėdis, Vabzdžiaėdžiai, Owadożerny
- εντρυφώ στα λιθουανικά - tarpti, Wybujać, Rozkoszować, Kupli augti
- εντυπωσιάζω στα λιθουανικά - spausdinti, įteigti, įspūdį, nustebinti, įtikinti, įspūdžio
Τυχαίες λέξεις
Εντοπίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vieta, dėmė, įsikurti, rasti, surasti, suraskite, raskite
Μεταφράσεις: vieta, dėmė, įsikurti, rasti, surasti, suraskite, raskite