Επεξηγώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: επεξηγώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iliustruoti, iliustruoja, parodyti, parodo
Επεξηγώ στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεξηγώ

εξηγώ συνωνυμο, εξηγώ συνώνυμα, επεξηγώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επεξηγώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • επεξεργάζομαι στα λιθουανικά - tvarka, procesas, procedūra, detalizuoti, tobulinti, plėtoti, parengti, ...
  • επεξεργασία στα λιθουανικά - detalizavimas, plėtojimas, parengimas, kūrimas, rengimas
  • επευφημία στα λιθουανικά - audringas pritarimas, aklamacija, Acclamation, acclamation naud, Aklamacja
  • επευφημίες στα λιθουανικά - Giedras, visaip, Dopingowanie, visaip kitaip, Sutikimo
Τυχαίες λέξεις
Επεξηγώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: iliustruoti, iliustruoja, parodyti, parodo