Επιδαψιλεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιδαψιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dušas, dosnus, dosniam, prabangų, išlaidus, Lavish
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδαψιλεύω
επιδαψιλεύω ετυμολογία, επιδαψιλεύω συνώνυμα, επιδαψιλεύω σημασια, επιδαψιλεύω ορισμος, επιδαψιλεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιδαψιλεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιδέξιος στα λιθουανικά - nagingas, įgudęs, sugebėjimą, sumanūs, savo sugebėjimą, sumaniai
- επιδαψίλευση στα λιθουανικά - epidapsilefsi
- επιδείνωση στα λιθουανικά - paaštrėjimas, pasunkėjimas, pablogėjimą, pasunkėjimo, paūmėjo
- επιδεικτικός στα λιθουανικά - efektingas, spalvingas, krintantis į akis, Efekciarski, neskoningas
Τυχαίες λέξεις
Επιδαψιλεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dušas, dosnus, dosniam, prabangų, išlaidus, Lavish
Μεταφράσεις: dušas, dosnus, dosniam, prabangų, išlaidus, Lavish