Επιδαψιλεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιδαψιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
душ, жайворонок, зрошувати, закидати, занедбувати, поливати, щедрий, щедра, найщедріший
Επιδαψιλεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδαψιλεύω

επιδαψιλεύω ετυμολογία, επιδαψιλεύω συνώνυμα, επιδαψιλεύω σημασια, επιδαψιλεύω ορισμος, επιδαψιλεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιδαψιλεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιδέξιος στα ουκρανικά - знавець, тямущий, спритний, досвідчений, майстерний, вправний, митецький, ...
  • επιδαψίλευση στα ουκρανικά - марнотратно, epidapsilefsi
  • επιδείνωση στα ουκρανικά - зношення, погіршання, псування, погіршення, знос
  • επιδεικτικός στα ουκρανικά - показний, вразливий, претензійний, сприйнятливий, дошкульний, чутливий, ефектний
Τυχαίες λέξεις
Επιδαψιλεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: душ, жайворонок, зрошувати, закидати, занедбувати, поливати, щедрий, щедра, найщедріший