Επιδαψιλεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιδαψιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
expor, mostrar, exibir, chuveiro, pródigo, luxuoso, pródiga, generoso, exuberante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδαψιλεύω
επιδαψιλεύω ετυμολογία, επιδαψιλεύω συνώνυμα, επιδαψιλεύω σημασια, επιδαψιλεύω ορισμος, επιδαψιλεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιδαψιλεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιδέξιος στα πορτογαλικά - inteligente, jeitoso, ágil, mestre, perito, hábil, habilidoso, ...
- επιδαψίλευση στα πορτογαλικά - epidapsilefsi
- επιδείνωση στα πορτογαλικά - agravamento, agravação, o agravamento, piora, agravante
- επιδεικτικός στα πορτογαλικά - vistoso, showy, vistosa, vistosas, chamativo
Τυχαίες λέξεις
Επιδαψιλεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: expor, mostrar, exibir, chuveiro, pródigo, luxuoso, pródiga, generoso, exuberante
Μεταφράσεις: expor, mostrar, exibir, chuveiro, pródigo, luxuoso, pródiga, generoso, exuberante