Επιδικάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιδικάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priteisti, nuteisti, Išnešimo nuosprendį, Išspręsti bylą, Išnagrinėti ginčą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδικάζω
επιδιώκω αγγλικά, επιδικάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιδικάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιδεινώνω στα λιθουανικά - pablogina, pablogėja, blogina, blogėja, sunkėja
- επιδεξιότητα στα λιθουανικά - vikrumas, miklumas, Sugebėjimą, Judrumą
- επιδιώκω στα λιθουανικά - prašinėti, šauktis, įkalbinėti, woo, prašyti rankos
- επιδοκιμάζω στα λιθουανικά - patvirtinti, tvirtina, patvirtina, tvirtinti, pritarti
Τυχαίες λέξεις
Επιδικάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: priteisti, nuteisti, Išnešimo nuosprendį, Išspręsti bylą, Išnagrinėti ginčą
Μεταφράσεις: priteisti, nuteisti, Išnešimo nuosprendį, Išspręsti bylą, Išnagrinėti ginčą