Επονείδιστος στα λιθουανικά
Μετάφραση: επονείδιστος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plūstantis, plūstamas, Obelżywy, Obraźliwy, Obrażający
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επονείδιστος
επονείδιστος εγκληματίας κατά της ανθρωπότητας, επονείδιστος συνώνυμα, επονείδιστος συνωνυμο, επονείδιστος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επονείδιστος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εποικοδομητικός στα λιθουανικά - konstruktyvus, konstruktyvų, konstruktyviai, konstruktyvi, konstruktyvūs
- επομένως στα λιθουανικά - todėl, Taigi, to, dėl to
- επονομάζω στα λιθουανικά - pravardė, Slapyvardis, slapyvardį
- εποπτεύω στα λιθουανικά - prižiūrėti, prižiūri, priežiūrą
Τυχαίες λέξεις
Επονείδιστος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: plūstantis, plūstamas, Obelżywy, Obraźliwy, Obrażający
Μεταφράσεις: plūstantis, plūstamas, Obelżywy, Obraźliwy, Obrażający