Θεραπεύω στα λιθουανικά

Μετάφραση: θεραπεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gydyti, laikyti, elgtis, gydymui, traktuoti
Θεραπεύω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεραπεύω

θεραπεύω κλίση, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω translated to english, θεραπεύω ετυμολογία, θεραπεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θεραπεύω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • θερίζω στα λιθουανικά - derlius, pjauti, šienauti, nupjauti, kupeta, išpjauti
  • θεραπεία στα λιθουανικά - terapija, gydymas, gydymo, apdorojimas, gydymą, apdorojimo
  • θερινός στα λιθουανικά - vasara, Vasariniai, Summery, vasariško, Vasaros metu, Vasarinis
  • θερμά στα λιθουανικά - stipriai, tvirtai, labai, primygtinai, griežtai
Τυχαίες λέξεις
Θεραπεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gydyti, laikyti, elgtis, gydymui, traktuoti