Θεραπεύω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: θεραπεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cúpula, remédio, sarar, tesouro, parlamentar, deleite, guloseima, riqueza, medicar, agenciar, recurso, curar, acepipe, sanar, cura, expediente, tratar, tratar a, tratá, tratam
Θεραπεύω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεραπεύω

θεραπεύω κλίση, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω translated to english, θεραπεύω ετυμολογία, θεραπεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θεραπεύω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • θερίζω στα πορτογαλικά - áspero, colheitas, ceifar, colher, reanimar, roçar, segar, ...
  • θεραπεία στα πορτογαλικά - tratar, teoria, terapia, tratamento, deleite, parlamentar, de tratamento, ...
  • θερινός στα πορτογαλικά - verão, sumário, estival, de verão, summery, veraniego
  • θερμά στα πορτογαλικά - fortemente, veementemente, vivamente, forte, firmemente
Τυχαίες λέξεις
Θεραπεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cúpula, remédio, sarar, tesouro, parlamentar, deleite, guloseima, riqueza, medicar, agenciar, recurso, curar, acepipe, sanar, cura, expediente, tratar, tratar a, tratá, tratam