Θεραπεύω στα τούρκικα
Μετάφραση: θεραπεύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şifa, ilâç, tedavi, kür, ilaç, tedavi etmek, tedavisinde, tedavisi, muamele
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεραπεύω
θεραπεύω κλίση, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω translated to english, θεραπεύω ετυμολογία, θεραπεύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, θεραπεύω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- θερίζω στα τούρκικα - ürün, hasat, biçmek, mow, biçme, biçmeye, biçer
- θεραπεία στα τούρκικα - tedavi, tedavisi, arıtma, işleme, muamele
- θερινός στα τούρκικα - yazlık, yaza, summery, tam yazlık
- θερμά στα τούρκικα - şiddetle, kuvvetle, güçlü, güçlü bir, kuvvetli
Τυχαίες λέξεις
Θεραπεύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şifa, ilâç, tedavi, kür, ilaç, tedavi etmek, tedavisinde, tedavisi, muamele
Μεταφράσεις: şifa, ilâç, tedavi, kür, ilaç, tedavi etmek, tedavisinde, tedavisi, muamele