Κτήση στα λιθουανικά
Μετάφραση: κτήση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
turėjimas, laikymas, eigą, laikymą, laikymo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κτήση
κτήση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, κτήση ελληνικής ιθαγένειας, κτήση κυριότητας με πράξη εφαρμογής, κτήση ακινήτου από μη κύριο, κτήση δικαιώματος, κτήση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κτήση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κτήνος στα λιθουανικά - gyvulys, žvėris, gyvūnas, baisūnas, būtybė, pabaisa, žvėrys, ...
- κτήριο στα λιθουανικά - statyba, pastatas, statybos, pastato, pastatų, pastate
- κτήτορας στα λιθουανικά - savininkas, šeimininkas, savininko, savininkė
- κτίστης στα λιθουανικά - statybininkas, masonas, Mason, mūrininkas, mūrininko, išmūryti
Τυχαίες λέξεις
Κτήση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: turėjimas, laikymas, eigą, laikymą, laikymo
Μεταφράσεις: turėjimas, laikymas, eigą, laikymą, laikymo