Κτήση στα σουηδικά
Μετάφραση: κτήση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
besittning, innehav, bollinnehavet, inneha
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κτήση
κτήση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, κτήση ελληνικής ιθαγένειας, κτήση κυριότητας με πράξη εφαρμογής, κτήση ακινήτου από μη κύριο, κτήση δικαιώματος, κτήση λεξικό γλώσσας σουηδικά, κτήση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κτήνος στα σουηδικά - rå, odjur, fä, djur, animal, best, odjuret, ...
- κτήριο στα σουηδικά - byggnad, byggnaden, bygga
- κτήτορας στα σουηδικά - ägare, ägaren, ägaren för mer information, ägaren för
- κτίστης στα σουηδικά - murare, Mason, mason, masonen, i Mason
Τυχαίες λέξεις
Κτήση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: besittning, innehav, bollinnehavet, inneha
Μεταφράσεις: besittning, innehav, bollinnehavet, inneha