Κτήση στα ουγγρικά
Μετάφραση: κτήση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
értéktartomány, birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κτήση
κτήση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, κτήση ελληνικής ιθαγένειας, κτήση κυριότητας με πράξη εφαρμογής, κτήση ακινήτου από μη κύριο, κτήση δικαιώματος, κτήση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κτήση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κτήνος στα ουγγρικά - állat, szörny, vadállat, fenevad, fenevadat, szörnyeteg
- κτήριο στα ουγγρικά - építés, épület, épületben, építési, épületet, épülete
- κτήτορας στα ουγγρικά - tulajdonos, tulajdonosa, használati, tulajdonosának, tulajdonosnak
- κτίστης στα ουγγρικά - építész, kőműves, Mason, falaz, szabadkőműves
Τυχαίες λέξεις
Κτήση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: értéktartomány, birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása
Μεταφράσεις: értéktartomány, birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása