Μέντα στα λιθουανικά
Μετάφραση: μέντα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mėta, monetų kalykla, mėtų, mėtos, Mint
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέντα
μέντα ιδιοτητες, μέντα café, μέντα δυόσμος, μέντα αφέψημα, μέντα ρόφημα, μέντα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μέντα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μέμφομαι στα λιθουανικά - priekaištas, priekaištauti, panieką, gėda, tyčiosis
- μέμψη στα λιθουανικά - Semerkhetas
- μένω στα λιθουανικά - gyventi, gyvas, likti, būti, pasilikti, sustabdyti, apsistoti
- μέρα στα λιθουανικά - diena, dieną, dienos, dienų, parą
Τυχαίες λέξεις
Μέντα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: mėta, monetų kalykla, mėtų, mėtos, Mint
Μεταφράσεις: mėta, monetų kalykla, mėtų, mėtos, Mint