Μέντα στα πολωνικά
Μετάφραση: μέντα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
macierzanka, mięta, bić, miętowy, mennica, mennicy, mięty
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέντα
μέντα ιδιοτητες, μέντα café, μέντα δυόσμος, μέντα αφέψημα, μέντα ρόφημα, μέντα λεξικό γλώσσας πολωνικά, μέντα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μέμφομαι στα πολωνικά - ganić, strofować, kląć, wypominać, skrytykować, lżyć, krytykować, ...
- μέμψη στα πολωνικά - krytyka, ganić, osąd, potępiać, zganienie, potępienie, nagana, ...
- μένω στα πολωνικά - przeżyć, żyć, wstrzymywać, zamieszkać, tężnik, zostać, bytność, ...
- μέρα στα πολωνικά - nakład, dzionek, dzień, doba, dnia, dziennie, dniu, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέντα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: macierzanka, mięta, bić, miętowy, mennica, mennicy, mięty
Μεταφράσεις: macierzanka, mięta, bić, miętowy, mennica, mennicy, mięty