Παραγωγός στα λιθουανικά
Μετάφραση: παραγωγός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
darinys, išvestinė, išvestinė finansinė priemonė, išvestinė priemonė
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγός
παράγωγος ζήτηση, παράγωγος ολοκληρώματος, παράγωγος γινομένου, παράγωγος ρίζας, παράγωγος τόξου εφαπτομένης, παραγωγός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παραγωγός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παράγραφος στα λιθουανικά - punktas, pastraipa, dalis, dalies, straipsnio
- παράγω στα λιθουανικά - gaminti, gimdyti, daugintis, palikuonių, reprodukuoti, Gaminti palikuonių
- παράγων στα λιθουανικά - agentas, tarpininkas, medžiaga, agento
- παράδειγμα στα λιθουανικά - atvejis, byla, pavyzdys, prototipas, pavyzdžių, pavyzdžiu
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: darinys, išvestinė, išvestinė finansinė priemonė, išvestinė priemonė
Μεταφράσεις: darinys, išvestinė, išvestinė finansinė priemonė, išvestinė priemonė